loader image

Τηλεκπαίδευση: Στερεότυπα και Τηλεκπαίδευση

Μάι 21, 2021 | Blog

Το άρθρο αυτό αποτελεί συγγραφικό έργο χορηγού επικοινωνίας του Afixis, ο οργανισμός δεν ταυτίζεται απαραίτητα με το περιεχόμενό του, ούτε φέρει ευθύνη για τυχόν συνδέσμους ή υλικό που περιλαμβάνει.

 

Κωνσταντίνος Πολέμης – Ευγενία Πάταρα (Evaluators)

 

Ειρήνη Νοταρά (Investigative Team Manager)

 

Σπύρος Κατρανίδης – Ελένη Μπάιμπα – Μαρία Μπούκλη – Στέφη Ράσκοβα – Έλενα Φραγκάκη (Investigative Team)

 

Όσο και να το αρνούμαστε, όλοι έχουμε έρθει αντιμέτωποι με στερεότυπα κάποια στιγμή στη ζωή μας. Μπορεί να ήμασταν το θύμα τους, μπορεί ο θύτης ή απλά ο παρατηρητής. Ο Colman ορίζει τα στερεότυπα ως «μια σχετικά σταθερή και υπεραπλουστευμένη γενίκευση για μια ομάδα ή τάξη ανθρώπων, συνήθως επικεντρωμένη σε αρνητικά χαρακτηριστικά». Κατά μια έννοια η διαδικασία γέννησης ενός στερεοτύπου είναι αναπόφευκτη. Το να κατηγοριοποιούμε πληροφορίες σε κουτάκια στο μυαλό μας, μας είναι μια γνώριμη διαδικασία. Είναι πιο εύκολο να καταλάβουμε το άσπρο και το μαύρο παρά τις ενδιάμεσες αποχρώσεις. Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, ότι είναι και θεμιτό.

 

Όσον αφορά την εκπαίδευση, μπορούμε να αναφέρουμε δύο είδη στερεοτύπων από πιθανά περισσότερα που υπάρχουν: έμφυλα και κοινωνικο-οικονομικά. Αναφορικά με τα πρώτα, αποδίδονται συγκεκριμένα χαρακτηριστικά στα άτομα ανάλογα με το βιολογικό τους φύλο. Το αρσενικό φύλο συσχετίζεται π.χ. με επιθετικότητα, δυναμισμό, εξυπνάδα, ικανότητα ανεύρεσης λύσεων, ενώ το θηλυκό με ευαισθησία, ομορφιά, τρυφερότητα. Στην πράξη, αυτό οδηγεί στην άποψη ότι οι άντρες θεωρούνται πιο ικανοί σε επαγγέλματα ηγεσίας, ενώ οι γυναίκες σε επαγγέλματα φροντίδας.

 

Κάτι τέτοιο βλέπουμε ακόμα και στον τομέα της εκπαίδευσης: θέσεις κύρους, όπως αυτή του Πρύτανη, καταλαμβάνονται συνήθως από άντρες, ενώ οι γυναίκες συνδέονται με επαγγέλματα που μοιάζουν πιο “μητρικά” (νηπιαγωγός, δασκάλα). Το 2018, σύμφωνα με τα δεδομένα της OECD για την Ελλάδα, το 1,3% του διδακτικού προσωπικού ήταν άντρες και το 98,7% γυναίκες στην προσχολική εκπαίδευση, το 28,2% άντρες και το 71,2% γυναίκες στην πρωτοβάθμια, 38,9% άντρες και 61,1% γυναίκες στη δευτεροβάθμια και 65,3% άντρες, 34,7% γυναίκες στην τριτοβάθμια. Το ίδιο δείχνουν και τα δεδομένα της Eurostat. Όσο ανεβαίνουμε στη διδακτική βαθμίδα, τόσο αυξάνεται και το ποσοστό αντρών εκπαιδευτικών, με το αντιστρόφως αντίθετο να ισχύει για τις γυναίκες. Δύο χρόνια αργότερα στα 23 ελληνικά πανεπιστήμια υπάρχουν μόνο τρεις γυναίκες Πρυτάνεις: η καθηγήτρια Χριστίνα Κουλούρη στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, η καθηγήτρια Χρυσή Βιτσιλάκη στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου και η καθηγήτρια Μαρία Νικολαϊδη στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο.

 

Σύμφωνα με τη θεωρία των κοινωνικο-οικονομικών στρεοτύπων, άτομα που ανήκουν σε μια συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα, ανάλογα με κοινωνικά, οικονομικά ή και φυλετικά κριτήρια, θεωρείται ότι είναι περισσότερο ή λιγότερο ικανά σε διάφορους τομείς. Ως αποτέλεσμα, θα έχουν καλύτερες ή χειρότερες επιδόσεις και περισσότερες ή λιγότερες πιθανότητες επιτυχίας στην επαγγελματική τους σταδιοδρομία, ανάλογα την τάξη που ανήκουν. Έτσι υψηλότερες κοινωνικο-οικονομικές τάξεις συνδέονται με χαρακτηριστικά όπως περισσότερη ευφυία και εργατικότητα ενώ χαμηλότερες τάξεις με χαρακτηριστικά όπως αυξημένη τεμπελιά και έλλειψη φιλοδοξίας. Ακόμη και το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα καλλιεργεί μια τέτοια ιεραρχία στερεοτύπων. Άτομα που φοιτούν σε ιδιωτικά σχολεία, ΓΕΛ και ΑΕΙ, στερεοτυπικά θεωρούνται ότι είναι μαθητές-φοιτητές με καλύτερες αποδόσεις και περισσότερες πιθανότητες επιτυχούς αποκατάστασης από άτομα που φοιτούν σε δημόσια σχολεία, ΕΠΑΛ και ΤΕΙ.

 

Τα συστήματα αξιολόγησης είναι μονοσήμαντα ακαδημαϊκά. Αυτό σημαίνει ότι λαμβάνουν υπόψη αποκλειστικά και μόνο ακαδημαϊκές επιδόσεις παραγνωρίζοντας αφενός άλλες επιδόσεις, όπως οι καλλιτεχνικές και αφετέρου τις συνθήκες υπό τις οποίες πραγματοποιήθηκαν οι επιδόσεις. Παραγνωρίζεται, επίσης, και το στοιχείο της λεγόμενης προόδου, της πορείας που διένυσε ο αξιολογούμενος μέσα σε ένα συγκεκριμένο διάστημα από μια αφετηρία σε ένα τέρμα. Τα ακαδημαϊκά συστήματα περιβάλλονται με την αίγλη και το κύρος ότι είναι τα μοναδικά αδιάβλητα, με αποτέλεσμα να θεωρούνται και τα μοναδικά αντικειμενικά.

 

Συνεπώς, η τελική απόδοση ενός μαθητή/φοιτητή θεωρείται αποτέλεσμα και ένδειξη των ακαδημαϊκών ικανοτήτων του και μόνο και δεν σχετίζεται με άλλους παράγοντες, όπως η πρόσβασή του σε απαραίτητους πόρους. Αν κάποιος, για παράδειγμα, έχει κακούς βαθμούς, αυτό αποδίδεται απλουστευτικά στο ότι δεν προσπάθησε αρκετά. Σχεδόν ποτέ δεν ερευνάται αν είχε τη δυνατότητα να προσπαθήσει αυτό το «αρκετά».

 

Οι παραπάνω παρατηρήσεις φαίνεται να επηρεάζονται από την απότομη έλευση της τηλεκπαίδευσης. Όπως το κάθετι, η τηλεκπαίδευση δεν είναι μια απόλυτα αρνητική ή απόλυτα θετική κατάσταση, όπως δείχνουν και οι συνεντεύξεις των Καθηγητών που συμμετέχουν στην έρευνα του citycampus.gr για την τηλεκπαίδευση. Κάποιους τους διευκόλυνε και κάποιους όχι. Πολλοί φοιτητές π.χ. απαλλάχτηκαν από τα έξοδα μεταφορών και ενοικίων, γύρισαν στο πατρικό τους, κάποιοι μπόρεσαν να βρουν δουλειά από το σπίτι, άλλοι όμως βρέθηκαν σε αναστολή εργασίας. Όλοι τους έπρεπε να προσαρμοστούν στους όρους που έθεσε ο κορονοϊός. Πλατφόρμες όπως το Zoom, Skype for Business, Google Meet έγιναν γνωστές σε όλο τον φοιτητικό κόσμο, και όχι μόνο. Άλλο όμως, το γνωστές και άλλο το ανοιχτές.

 

Απαραίτητη προϋπόθεση για την παρακολούθηση μαθημάτων ηλεκτρονικά είναι η κατοχή συγκεκριμένου εξοπλισμού: σύνδεση στο ίντερνετ, υπολογιστής, ή tablet, κάμερα/μικρόφωνο. Μπορεί για πολλούς αυτά να φαίνονται στοιχειώδη, δεν μπορούμε όμως, σε καμία περίπτωση, να θεωρήσουμε ως δεδομένο ότι κάθε φοιτητής έχει πρόσβαση σε αυτά. Η ελληνική κυβέρνηση έχει εξαγγείλει την παροχή στοιχειώδους ελάχιστης οικονομικής βοήθειας 200 ευρώ με οικονομικά κριτήρια, αλλά και αυτή μετά από 11 μήνες τηλεκπαίδευσης είναι ασαφές πότε θα την υλοποιήσει.

 

Καθώς τα φοιτητικά αναγνωστήρια αναστέλλουν τη λειτουργία τους, ένας φοιτητής χωρίς τον απαραίτητο εξοπλισμό μένει εκτός της εκπαιδευτικής διαδικασίας, με όποιες συνέπειες μπορεί να έχει αυτό στη βαθμολογία του. Με την παραμονή του στο σπίτι των γονιών του μπορεί να είναι λιγότερο απερίσπαστος στη δουλειά του. Μπορεί να μοιράζεται τον εξοπλισμό με τους γονείς του που τηλε-εργάζονται ή με τα αδέλφια του που επίσης τηλε-εκπαιδεύονται. Και όλα αυτά μπορεί να οδηγήσουν ακόμα και σε αναβολή της αποφοίτησης.

 

Σε όλη μας τη μαθητική και τη μετέπειτα φοιτητική ζωή ακούμε ότι οι βαθμοί δεν είναι σημαντικοί αλλά πρέπει να επιτυγχάνουμε καλούς, να μην αγχωνόμαστε αλλά και να μην αδιαφορούμε, να μην κυνηγάμε μόνο τον βαθμό αλλά να έχουμε και άριστα. Ρεαλιστικά, ο βαθμός στο πτυχίο μπορεί να αποτελέσει ένα κλειδί για ένα μεταπτυχιακό ή μια υποτροφία. Μπορεί να μην καθορίζει την αξία μας, επηρεάζει όμως την πορεία μας. Αυτή η αντίφαση εντείνεται στο καθεστώς της τηλεκπαίδευσης.

 

Σύμφωνα με έρευνες άτομα που έχουν πέσει θύματα αρνητικών στερεοτύπων αρχίζουν και βλέπουν τον εαυτό τους με την εικόνα που φτιάχτηκε γι’αυτούς και παρουσιάζουν συναισθηματική δυσφορία, έλλειψη αυτοπεποίθησης και φιλοδοξίας. Η ρετσινιά του “αδιάφορου”, ειδικά, όταν δεν είσαι, είναι δύσκολη και έχει το ανάλογο ψυχολογικό βάρος. Κάποιοι δεν μπορούν να την αντέξουν. Όταν οι άλλοι σου λένε ότι είσαι κάτι, μερικές φορές είναι πιο εύκολο να τους επιβεβαιώσεις, παρά να τους διαψεύσεις. Στην επιστήμη της παιδαγωγικής αυτό ονομάζεται αυτοεκπληρούμενη προφητεία.

 

Ακόμα και στην προ-κορωνοϊού εποχή, ένας φοιτητής για να χαρακτηριζόταν επιμελής, θα έπρεπε να κρατάει σημειώσεις, να κάνει τις εργασίες του, να διαβάζει και να γράφει καλά στις εξετάσεις. Πρώτα πρώτα, όμως, θα έπρεπε να παρακολουθεί τις διαλέξεις του. Για κάποιον που δεν το έκανε αυτό θα σκεφτόμασταν πιο πολύ ότι ίσως δουλεύει, ίσως μένει μακριά και δεν μπορεί να έρθει, ή απλουστευτικά ότι δεν ενδιαφέρεται; Σήμερα, ακόμα περισσότερο καθισμένοι πίσω από τον υπολογιστή μας, τι μπορούμε να πούμε για κάποιον που θέλει αλλά δεν μπορεί; Ποιος ρώτησε τον κάθε ένα από εμάς αν δεν θέλει ή αν δεν μπορεί; Και πριν νομοθετήσει χρονικά όρια πότε μας πλησίασε, για να μην είμαστε απλά ακόμα ένα «αντικειμενικό» νούμερο μιας παγερής και αμείλικτης στατιστικής;

 

Αλλάζοντας σε ηλεκτρονική και εξ αποστάσεως μορφή, η εκπαίδευση κέρδισε κάποια πράγματα και έχασε κάποια άλλα. Ρεαλιστικά, δεν μπορούμε να απαιτήσουμε να γίνει τέλεια. Είναι, όμως, σημαντικό να γίνει αντιπροσωπευτική και ανοιχτή για όλους.

 

Πηγές – Αναφορές:

 

https://www.oxfordreference.com/view/10.1093/acref/9780199534067.001.0001/acref-9780199534067-e-7992?rskey=zqC086&result=8298

 

https://www.researchgate.net/publication/303834312_Gender_stereotypes_in_education_Development_consequences_and_interventions

 

https://stats.oecd.org/Index.aspx?DataSetCode=EAG_PERS_SHARE_AGE

 

https://appsso.eurostat.ec.europa.eu/nui/show.do?dataset=educ_uoe_perd03&lang=en

 

http://www.synodos-aei.gr/katalogos_prytaneon.pdf

 

https://europepmc.org/article/med/29221511

 

https://www.humanityinaction.org/knowledge_detail/self-fulfilling-prophecy-and-stereotypes/